εσμος...

εσμος...
    ἐσμός...
    ἑσμός, ἐσμός
    ὅ
    1) рой
    

(μελισσέων Her. и μελιττῶ Xen., Arst., Plut.; σκωλήκων Plut.)

    σφῆκες ξυλλεγέντες καθ ἑσμούς Arph. — осы, собирающиеся роями

    2) стая
    

(πελειάδων Aesch.)

    3) толпа
    

(γυναικῶν Arph.)

    4) изобилие, множество
    

ἑσμοὴ γάλακτος Eur.(целые) потоки молока;

    ἐ. νούσων Aesch. — туча (всяческих) болезней;
    ἐ. λόγων Plat. — словесный поток


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "εσμος..." в других словарях:

  • ἐσμός — ἑσμός that which settles masc nom sg (ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἑσμός — that which settles masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εσμός — (I) ο (AM ἑσμός) 1. (για μέλισσες ή σφήκες) σμήνος 2. πλήθος, αγέλη, ομάδα («ὁ ἑσμὸς τῶν γυναικῶν», Αριστοφ. «ο εσμός τών αιχμαλώτων», Βιζυην.). [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. συνδέεται πιθ. με το ρ. έζομαι, ενώ πιο πειστική είναι η ερμηνεία τής λ. από σύνθετο ε… …   Dictionary of Greek

  • εσμός — ο πλήθος πυκνό, σμάρι, σμήνος: Εσμός μελισσών …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἐσμοῖσι — ἑσμός that which settles masc dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐσμοί — ἑσμός that which settles masc nom/voc pl (ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐσμοῦ — ἑσμός that which settles masc gen sg (ionic) σμόω imperf ind mp 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐσμούς — ἑσμός that which settles masc acc pl (ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐσμῶν — ἑσμός that which settles masc gen pl (ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐσμῷ — ἑσμός that which settles masc dat sg (ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐσμόν — ἑσμός that which settles masc acc sg (ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»